Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ ΩΣ ΥΠΑΡΚΤΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ




 Η Χρυσή Αυγή έχει ήδη εκλέξει έναν δημοτικό σύμβουλο στον δήμο της Αθήνας και τον τελευταίο καιρό οι δημοσκοπήσεις την εμφανίζουν να είναι στο κρίσιμο όριο του 3% που εξασφαλίζει την εκλογή βουλευτών. Θα περίμενε λοιπόν κάποιος να έχει ανοίξει εδώ και καιρό μια σοβαρή συζήτηση μακριά από τα  επιφανειακά στερεότυπα. Η ξενοφοβία και η οικονομική κρίση σίγουρα αποτελούν δύο σημαντικούς παράγοντες  για την άνοδο της συγκεκριμένης οργάνωσης , σε καμία περίπτωση όμως δεν η προσέγγιση που θα πρέπει να έχουμε. Η προσέγγιση του φαινομένου  δεν πρέπει να περιορίζεται από στερεότυπα και επιφανειακές προσεγγίσεις ή απλοϊκά συνωμοσιολογία σενάρια στήριξης της από κρατικούς μηχανισμούς   .Σίγουρα σε κάποιον βαθμό όλα τα παραπάνω ισχύουν δεν είναι όμως αυτά που παίζουν τον καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της συγκεκριμένης οργάνωσης. 
 Είναι η  κυρίαρχή αστική τάξη στην Ελλάδα που στην προσπάθειά της να διασώσει τα κέρδη της αλλά και να αναπαράγει την εξουσία της, στα πλαίσια της παγκόσμιας αλλά κυρίως της τοπικής οικονομικής κρίσης  την  οποία η ίδια δημιούργησε,   σπρώχνει  την μικροαστική τάξη, αλλά και μια μερίδα εργαζομένων  μακριά από την παραδοσιακή τους  κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Οι μερίδες αυτές μην μπορώντας να εκφραστούν μέσα από τα παραδοσιακά τους κόμματα αναζητούν πολιτική έκφραση σε άλλους πολιτικούς φορείς. Ένα κομμάτι, με προοδευτικές καταβολές κυρίως ,κινείται προς το τόξο αυτού που θα ονομάζαμε κοινοβουλευτική αριστερά. Το ίδιο θα περιμέναμε να συμβεί και από την πλευρά των πιο συντηρητικών μερίδων. Να κινηθούν δηλαδή προς το κοινοβουλευτικό αντίστοιχο της δεξιάς . Η πραγματικότητα είναι ότι αυτή η μετακίνηση στην περίπτωση του συντηρητικού χώρου είχε ξεκινήσει αρκετά νωρίτερα και ανακόπηκε μόνο από της συμμετοχή του ΛΑΟΣ στην συγκυβέρνηση Παπαδήμου. Είναι ακριβώς αυτό το γεγονός που θέτει και πάλι σε κίνηση τον χώρο του μικροαστικού συντηρητισμού. Και τον θέτεί πάλι σε κίνηση γιατί ενώ ένα κομμάτι της μικροαστικής τάξης έχει καταφέρει να απελευθερωθεί αρκετά νωρίς από την πολιτική επικυριαρχία των κυρίαρχων τάξεων  βλέπει τις ελπίδες της, για πολιτική εκπροσώπηση   στην βάση του μικροαστικού αξιακού συστήματος, να καταρρέουν.  Η αποχώρηση του  ΛΑΟΣ από την συγκυβέρνηση δεν καθιστάτε ικανή να ανακόψει την νέα κινητικότητα που αναπτύσσεται στον πολιτικό χώρο που προσπαθεί να εκπροσωπήσει,   γιατί οι ελπίδες που είχαν εναποθέσει οι μικροαστοί στο ΛΑΟΣ έχουν διαψευστεί ήδη. Έτσι ένα κομμάτι αυτού του κόσμου παρακολουθεί από θέση αναμονής, τις εξέλιξης στο κοινοβουλευτικό τόξο, αναμένοντας  ότι μια νέα δυναμική δημιουργείτε για την πολιτική του εκπροσώπηση στην βάση  των διαγραφών από την ΝΔ.  Των διαγραφών δηλαδή  εκείνης της ομάδας βουλευτών που αντιλαμβάνεται ότι κινούνται στο ίδιο αξίακό σύστημα με αυτόν. Ένα άλλο κομμάτι όμως πλήρως απογοητευμένο από την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση και κυρίως την αποτελεσματικότητάς της στα θέματα υπεράσπισης με δυναμικό τρόπο τις ατομικής του περιουσίας επιλέγει να ριζοσπαστικοποιηθεί.
 Επιλέγει να ριζοσπαστικοποιηθεί και να εκφράσει δυναμικά την ανάγκη του να υπερασπιστεί την ατομική του μικρό ιδιοκτησία. Επιστρέφει έτσι στην διεκδίκηση των βασικών , την προστασία στην καθημερινότητα του. Εκεί ακριβώς βρίσκεται ο κύριος  χώρος ανάπτυξης της Χρυσής Αυγής, στα μικροαστικά στρώματα που βιώνουν με τον πιο βίαιο τρόπο την αναδιάταξη του συνασπισμού εξουσίας. Είναι ακριβώς αυτά τα στρώματα που όχι μόνο στηρίζουν συναισθηματικά θέσεις και  δράσεις τις συγκεκριμένης οργάνωσης αλλά δείχνουν όλο και πιο αποφασισμένα να την επιλέξουν για την κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση.  
 Αν σε αυτό τον πύρινα προσθέσουμε την μερίδα των εργαζομένων του δημοσίου τομέα κυρίως και μέρους του ιδιωτικού που εξαιτίας της προνομιακής τους σχέσης με το σύστημα εξουσίας είχαν αναπτύξει τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των νοικοκυραίων, άρα και οι ίδιοι νιώθουν ότι συμπιέζονται με τρόπο αντίστοιχο των μικροαστών έχουμε ένα ακροατήριο το οποίο διαρκώς μεγαλώνει. Σε αυτό έρχεται να προστεθούν και οι όλο και αυξανόμενοι αριθμητικά άνεργοι οι οποίοι προερχόμενοι κυρίως από χαμηλότερα μορφωτικά στρώματα είναι έτοιμοι μα μετατοπίσουν την αιτία της ανεργίας τους προς τους μετανάστες  δημιουργώντας έτσι ένα όχι απλά μεγάλο κοινό, αλλά κυρίως ένα εξαγριωμένο κοινό χωρίς ιδιαίτερη πολιτικοποίηση ως τώρα έτοιμο να τσιρίξει τις πρακτικές και μέρος τις ιδεολογίας της συγκεκριμένης οργάνωσης.  Όσο αυτό το κοινό θα διευρύνεται αριθμητικά τόσο θα αυξάνετε και οι δυναμική του δεξιού ριζοσπαστισμού.
 Η δυναμική αυτή δεν είναι εύκολο να ανακοπεί και σίγουρα δεν μπορεί να ανακοπεί χωρίς οργανωμένο  πολιτικό σχέδιο. Ένα σχέδίο που να στοχεύει πρωτίστως στους ανέργους οι οποίοι έχουν να περιμένουν τα λιγότερα τόσο από το ΛΑΟΣ όσο και από τους νέους σχηματισμούς που έρχονται να αλείψουν αυτό που ονομάζουμε πατριωτικό χώρο. Έτσι και αλλιώς και για αυτά τα κόμματα οι άνεργοι αποτελούν ένα δευτερεύον στήριγμα. Επιπλέον επειδή σχέδια των αριστερών δυνάμεων εμπεριέχουν (ή τουλάχιστον θα έπρεπε) στον πυρήνα τους το ζήτημα της εργασίας είναι ευκολότερο να αντιπαρατεθούν σε εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις.
 Κλείνοντας θεωρώ ότι στα πλαίσια της  πολιτικής  πάλης του επόμενου διαστήματος  είναι αδύνατον να κερδίσεις όλο το κοινό που διεκδικεί η Χρυσή Αυγή και θα πρέπει συνειδητά να δεχτείς ότι ένας κόσμος όντως θα εκφραστεί από τον συγκεκριμένο χώρο. Εξάλλου το ζητούμενο είναι πρώτιστος η ανατροπή των κυρίαρχων πολιτικών και εκεί πρέπει να πέσει το βάρος των δυνάμεων της κοινωνίας γιατί μόνο έτσι θα δημιουργηθούν οι συνθήκες περιορισμού του μικροαστικού ριζοσπαστισμού. Σε καμία περίπτωση τέλος οι κυρίαρχες τάξεις δεν θα στοχεύσουν στον περιορισμό αυτών των δυνάμεων, για τρεις κυρίως λόγους. πρώτων γιατί αντιλαμβάνονται ότι ο κύριος  αντίπαλος τους βρίσκετε στον χώρο της αριστεράς , δεύτερον γιατί προτιμούν για τακτικούς λόγους να υπάρχει σύγκρουση μεταξύ των υποτελών τάξεων και τέλος γιατί πιστεύουν ότι στην ύστατη ανάγκη με την επίκληση του πατριωτισμού και κάποιες υποχωρήσεις στην συγκρότηση του νέου συνασπισμού εξουσίας μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις δυνάμεις ως στίριγμα στα πλαίσια μια στρατιγικής έντασης και  βίας.            

Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012


 Αν είσαι στατιστικός έχεις το αρνητικό προνόμιο μετά την δημοσίευση κάθε δημοσκόπησης να έρχεται ο κάθέ πικραμένος να σου ζητάει την επιστημονική σου αποψάρα . Και αν η δική σου οπτική και τρόπος που αντιλαμβάνεσαι της δημοσκοπήσεις δεν εντάσσεται στα καθιερωμένα στερεότυπα των τηλεπαράθυρων σε κοιτάνε σαν εξωγήινο. Αν είσαι ενταγμένος και σε πολιτικό φορέα τότε η πλάκα είναι μεγαλύτερη, γιατί τα κομματικά στελέχη θα επικαλεστούν την επιστημονική σου αυθεντία σε κάποια συνεδρίαση για να επαναλάβεις όσα ακούστηκαν ή έχουν γραφτεί ήδη για την εν λόγο δημοσκόπηση. Αν όμως η ανάλυση που θα κάνεις δεν εντάσσεται στο στερεότυπο αρχίζουν να ξεροκαταπίνουν και οι σύντροφοί σου σε κοιτάνε απορημένοι.
 Αν εξαιρέσαμε όλους αυτούς που πιστεύουν ότι όλες οι δημοσκοπήσεις είναι κατευθυνόμενες πλήρως για τους υπόλοιπους η ουσία του προβλήματος είναι βαθιά φιλοσοφική κατά την γνώμη μου. Η κυριαρχία του ντετερμινισμού είναι τόσο βαθιά που για τους περισσότερους , ακόμα και για κάποιους στατιστικούς, είναι αδύνατον να αντιληφθούν και να δεχτούν την έννοια της πιθανότητας. Αν όμως δεν δεχτείς ότι τα αποτελέσματα της στατιστικής είναι αβέβαια τότε δεν θα μπορέσεις ποτέ να έχεις καθαρό βλέμμα απέναντι στις δημοσκοπήσεις. Η τυπική λογική  και ο ντετερμινισμός θα συγκρούονται πάντα με την έννοια του αβέβαιου και σχεδόν πάντα θα επιβάλλονται στις πιθανότητες και την στατιστική. Όποιος λοιπόν δεν έχει διάθεση να ζήσει με την αβεβαιότητα των πιθανοτήτων καλύτερα να μην ξανά ασχοληθεί με τις δημοσκοπήσεις  και ακόμα καλύτερα ας σταματήσεις να διαβάζει αυτό το κείμενο τώρα να είστε σίγουροι ότι δεν θα παρεξηγηθώ καθόλου. Πριν ξεκινήσω να σχολιάζω θα ήθελα να παρατηρήσω ότι το κάνω  μόνο για την συγκεκριμένη εταιρία και αυτό όχι γιατί πιστεύω ότι είναι περισσότερο αντικειμενική ή ότι έχει κάποια καλύτερη μεθοδολογία. Οι λόγοι είναι πολύ συγκεκριμένοι και καθαρά τεχνικοί.
Α) η συγκεκριμένη έρευνα γίνετε σε μηνιαία βάση και πάντα με την ίδια μεθοδολογία
Β) το αποτέλεσμα δίνει εκλογική επιρροή με αναγωγή αναποφάσιστων.
Και επιλέγω αυτά τα δύο σημεία ,γιατί ενώ ξέρω ότι οι αναγωγές εμπεριέχουν πολλούς κινδύνους οι οποίοι μεγαλώνουν όσο ποιο ασταθές γίνετε το πολιτικό σκηνικό , ξέρω ότι για κάθε τι που χάνω στην στατιστική κερδίζω κάτι άλλο και το αντίστροφο. Οπότε επιλέγω την ιστορική συνέχεια και το κοινό μέτρο απεικονίσεων για τη σειρά των ερευνών που είναι η εκλογική επιρροή και η ευθεία προβολή σε βουλευτικές έδρες μετά από κάθε έρευνα.



Η συγκεκριμένη εικόνα χωρίς να κοιτάξεις καν τα νούμερα νομίζω επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο την φάση αναδιάταξης στην οποία βρίσκετε όχι τόσο το πολιτικό σύστημα αλλά κυρίως ο συνασπισμός εξουσίας. Τα δύο μεγάλα κόμματα , οι δύο πόλοι δηλαδή του συνασπισμού  εξουσίας , έχουν αρχίσει και διασπώνται στα συστατικά του συνασπισμού εξουσίας όπως διαμορφώθηκε αυτός από το 1974 και μετά. Μπορεί φαινομενικά η ΝΔ να φαίνεται ότι συγκρατεί τις δυνάμεις τις καλύτερα από το ΠΑΣΟΚ αλλά σε κάθε σύγκρουση που διενεργείτε στο εσωτερικό της, τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά, με την δημιουργία κομμάτων που μπαίνουν δημοκοπικά σχεδόν αμέσως στη βουλή. Με εξαίρεση τη φιλελεύθερη διάσπαση (Μπακογιάννη). Οι μικροαστικές μερίδες που στηρίζαν την ΝΔ όχι απλά ανεξαρτητοποιούνται αλλά συγκροτούν πολιτικές δυνάμεις με δυναμική έτοιμες να ξανά διεκδικήσουν τους όρους ένταξής τους στον νέο συνασπισμό εξουσίας στην πλευρά του λεγόμενου συντηρητικού μπλοκ. Αντίθετα στο ΠΑΣΟΚ οι αποχωρήσεις οδηγούν στα υπάρχοντα κόμματα τις Αριστεράς. Τα ποσοστά των κομμάτων της αριστεράς  όμως δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να αθροιστούν, δεδομένου ότι όχι μόνο δεν υπάρχει προοπτική συνεργασίας, αλλά ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να θεωρούμε δεδομένη την δημιουργία ενός νέου κόμματος που θα έπαιρνε ένα κομμάτι του υποθετικού αθροίσματος των τριών κομμάτων. Είτε θα είχαμε μία μετατόπιση προς τις μικροαστικές διασπάσεις του ΠΑΣΟΚ (Δημαρά, Κατσέλη, κλπ) .Και αυτό γιατί η υπαρκτή πολυδιάσπαση της αριστεράς σχετίζετε κυρίως με την έκφραση μερίδων της αστικής ή της μικροαστικής τάξης που την στηρίζουν και οι οποίες θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι  λογικά θα ήραν  άμεσα την στήριξη σε μία απόπειρα συγκρότησης ενός ενιαίου αριστερού πόλου γιατί τότε αυτός πολύ δύσκολα θα ήταν διατεθειμένος να τσιρίξει τα συμφέροντα αυτών των μερίδων που θα αποτελούσαν μειοψηφία στο εσωτερικό του.
Όσο αφορά την Χρυσή Αυγή νομίζω ότι καταφέρνει να καταγράψει ένα ποσοστό που κατέχει εδώ και χρόνια , ιδεολογικά υπάρχει πριν τον πόλεμο και πρακτικά από την μεταπολίτευση και μετά σε μεγάλο βαθμό ήταν ενταγμένος στο εσωτερικό της ΝΔ και αργότερα του ΛΑΟΣ. Από την άλλη πλευρά δεν έχουμε μια αντίστοιχη αριστερή εικόνα με κάποιο από τα ‘αριστερίστικα’ σχήματα ακόμα και αν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παρουσιάζει για πρώτη φορά ένα ποσοστό της τάξης του 1%. Αν και έχω άποψη γιατί συμβαίνει αυτό επειδή ξεπερνάει τους σκοπούς αυτού του κειμένου δεν θα επεκταθώ.
Κλείνοντας γιατί θα διακινδυνεύω να γίνω κουραστικός αν δεν έχω γίνει ήδη θεωρώ ότι η πραγματική δυναμική τον κόμματο θα αρχίσει να απεικονίζεται μόνο όταν προκηρυχθούν οι εκλογές και θα παρουσιάσει στοιχεία σταθεροποίησης ίσως μόνο την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου. Μέχρι την έναρξη της προεκλογικής περιόδου δεν πρόκριτε να ασχοληθώ με νούμερα.

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012



Της Χριστίνας Φίλλιπα
8 Μάρτη Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
Αν και οι πρώτες εκδηλώσεις γυναικείων αντιδράσεων ενάντια στην καταπίεση που βίωναν διαχρονικά οι γυναίκες μπορούμε να πούμε ότι ξεκίνησαν δειλά κατά την περίοδο του διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης,  οι κορυφαίες κινηματικές στιγμές υπήρξαν στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα,  ο οποίος σηματοδοτήθηκε απ την εκβιομηχάνιση , την πληθυσμιακή έκρηξη και τις ριζοσπαστικές ιδεολογίες.

Η γέννηση του φεμινιστικού κινήματος θεωρείται το 1848, στη Νέα Υόρκη όταν μία ομάδα γυναικών, με επικεφαλής τη Λουκριτία Μοτ και την Ελίζαμπεθ Κάντυ Στάντον, συγκάλεσαν το πρώτο συνέδριο στην ιστορία του φεμινιστικού κινήματος. Εκεί εκτός από το αίτημα της πολιτικής ως ψήφου παρουσιάζονται οι περιορισμοί που επιβάλλονται στις γυναίκες, στις σπουδές, την εργασία και το γάμο.
Στο ξεκίνημά τους όμως οι διεκδικήσεις των γυναικείων οργανώσεων, έίχαν διαφορές. Γυναικείες οργανώσεις της ανερχόμενης αστικής τάξης που διεκδικούν ψήφο κατά κύριο λόγο  και οι άλλες που αξίωναν  με ταξικά κριτήρια για ίσα εργατικά δικαιώματα με τους άνδρες, και συμπεριελάμβαναν ευρύτερες διεκδικήσεις με αντιρατσιστικά και αντιπολεμικά αιτήματα.
Η 8η Μαρτίου όμως ως παγκόσμια ημέρα της Γυναίκας καθιερώθηκε προς τιμή δύο αποκλειστικά γυναικείων απεργιακών κινητοποιήσεων που έλαβαν  χώρα στις ΗΠΑ τον 19ο αιώνα.

Η πρώτη, στις 8 Μαρτίου 1857, όταν οι εργαζόμενες στις βιοτεχνίες ενδυμάτων της Ν.Υόρκης, λευκοντυμένες,   διοργάνωσαν μεγάλη πορεία και πικετοφορία, απαιτώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας , ωράριο 10 ωρών (από τις 16), φωτεινές και υγιεινές αίθουσες εργασίας, κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, άρση της ανισοτιμίας ανδρών και γυναικών, μεροκάματα ίσα με των κλωστοϋφαντουργών και των ραφτών.  Η διαδήλωση αυτή χτυπήθηκε άγρια και βάφτηκε στο αίμα..
Το 1900, οι εργαζόμενες συγκροτούν μερικά από τα μεγαλύτερα σωματεία στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών και διεξάγουν μαχητικούς αγώνες , που καταστέλλονται βιαίως. Οι συνθήκες συνέχιζαν να είναι αξιοθρήνητες στα εργοστάσια και οι γυναίκες δέχονταν πρόστιμα για τα πλέον απίστευτα πράγματα όπως γιατί γελούσαν, μιλούσαν, τραγουδούσαν εν ώρα δουλειάς. Οι υπερωρίες ήταν υποχρεωτικές και συχνές , χωρίς πληρωμή γι αυτές.
Την ίδια περίοδο και στην Ευρώπη , κυρίως Γερμανία, Γαλλία , Αγγλία δημιουργούνται γυναικείες οργανώσεις  που απαιτούν ισότητα και ισονομία.
Το 1903 παρουσιάζεται στην Αγγλία μία πραγματική οργάνωση η WSPU (Women’s Social and Political Union) με πρωτοβουλία της Εμιλυ Πάνκχερστ,  το κίνημα των «σουφραζετών» , που ξεσηκώνει για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Οι σουφραζέτες έγιναν στόχος γελοιοποίησης πολλές φορές, αλλά και φυλακίστηκαν,  όμως δημιούργησαν πολλές σοβαρές δυσκολίες στις κρατικές αρχές.  Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλές ηγέτες σουφραζέτες δεν έδειξαν ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση των εργατριών και δεν στήριξαν το κίνημά τους.
Το Φεβρουάριο του 1909 στην Ν.Υόρκη ,  έγινε η 2η μεγάλη μακροχρόνια απεργιακή κινητοποίηση με σύνθημα «Ψωμί και Τριαντάφυλλα», που κράτησε  13 βδομάδες και συμμετείχαν σ΄αυτήν περισσότερες από 20.000 εργάτριες. Γυναίκες ξυλοκοπήθηκαν, σύρθηκαν στα δικαστήρια αλλά η  απεργία διαλύθηκε όταν έγιναν συμβιβασμοί στις περισσότερες επιχειρήσεις. Ήταν απίστευτος ο ενθουσιασμός και το πείσμα αυτών των γυναικών.
 Το 1910 στη 2η Συνδιάσκεψη των Εργαζομένων Γυναικών στο Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Κοπεγχάγης, μία σπουδαία γερμανίδα επαναστάτρια η ΚΛΑΡΑ ΤΣΕΤΚΙΝ (1857-1933), εμπνευσμένη από τους αγώνες των αμερικανίδων εργατριών, ως φόρο τιμής στις 2 ιστορικές διαδηλώσεις του 1857 και του 1909 ,  πρότεινε και αποφασίστηκε να ορισθεί η 8η Μαρτίου σαν Παγκόσμια Ημέρα των Γυναικών. Και από τότε γιορτάζεται σε όλο τον κόσμο. Επίσημα καθιερώθηκε και από τον ΟΗΕ το 1975 .
Και μέσα από την μικρή αυτή αναδρομή, διερωτάται κανείς..
 Έχουν κάποια σχέση οι αγώνες, οι φυλακίσεις ,η διαπόμπευση , το αίμα που χύθηκε,  με τα σημερινά ξεφαντώματα και τα τσιφτετέλια στους ήχους του «είμαι γυναίκα του κεφιού …» και άλλων παρόμοιων ασμάτων;
  Η  8η Μαρτίου θα πρέπει να είναι σημείο αναφοράς για περισυλλογή, σκέψη, αναδρομή της διαδρομής μας, ως γυναίκες αλλά και ως μητέρες, και του ρόλου μας, διαχρονικά, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή της κατάλυσης όλων των εργασιακών κεκτημένων για τους συνανθρώπους μας.
Και εν τέλει το ζητούμενο ποιο ήταν και είναι; Να κατακτήσουμε οι γυναίκες  την εξουσία και να γίνουμε νομείς αυτής και των προνομίων της ή να συνδράμουμε με την ευαισθησία και την βιωματική γνώση  στην καλυτέρευση συνθηκών της ζωής μας; Γιατί αυτό που βλέπουμε και σήμερα ακόμα που δοκιμαζόμαστε σκληρά , γυναίκες που αναλαμβάνουν εξουσία,  να αποφασίζουν ή να συναποφασίζουν  με τους άνδρες και να ψηφίζουν απάνθρωπα μέτρα που καταλύουν όλα όσα με αγώνα και αίμα εκείνες οι ηρωικές γυναίκες κατάφεραν.  Πόσο άραγε η κατάκτηση εξουσίας αντί να εκδηλωθεί ως μέσο αντιμετώπισης και εξάλειψης ανισοτήτων και καταπίεσης συνέβαλε στην αλλοτρίωση;
Εδώ θα δανειστώ μια φράση της Μαργαρίτας Ντυράς η οποία είπε, «ότι το σημαντικό δεν είναι να σχεδιάζουμε μόνο πολιτικές αλλά να ανατρέπουμε τα καθιερωμένα».
Χριστίνα Φίλιππα
Σύμβουλος Δημοτικής Κοιν. Φιλοθέης.

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012


Καταρρέει πραγματικά ο δικομματισμός ;

 Ακούω συχνά τον τελευταίο καιρό διάφορες θεωρίες για την κατάρρευση του δικομματισμού και την εκλογική του κατάρρευση. Τις θεωρίες αυτές έρχονται να πλακώσουν τόσο οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται τον τελευταίο καιρό όσο η διάχυτη αίσθηση αναβρασμού που υπάρχει στην κοινωνία. Πέραν όμως από τις προσωπικές ή πολιτικές μας ελπίδες καλό είναι να δούμε τα πράγματα με πραγματικούς υλικούς όρους μέσα στην κοινωνία.
 Τι σημαίνει κατάρρευση του δικομματισμού; Αρκεί μια δημοκοπική ή ακόμα και εκλογική κατάρρευση των δύο κομμάτων για να χάσουν πραγματικά την εξουσία;  Ο συνασπισμός εξουσίας όπως διαμορφώθηκε από την μεταπολίτευση και μετά καταρρέει πραγματικά ή απλά επιχειρεί μία αναδιάταξη δυνάμεων , μια νέα συμμαχία με νέους όρους;
 Γιατί μόνο αν καταρρέει ο συνασπισμός εξουσίας μπορούμε να μιλήσουμε και για μία πραγματική κατάρρευση του δικομματισμού. Αλλιώς το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε είναι μία αναδιάταξη των δύο κομμάτων σύμφωνα με τον νέο συνασπισμό που θα διαμορφωθεί στο εσωτερικό του ίδιου συστήματος και στην συνέχεια μια μάχη για την αναπαραγωγή και επιβίωση του υπάρχοντα πύρινα της εξουσίας. Των ίδιων οικονομικών συμφερόντων δηλαδή που μας οδήγησαν ως εδώ.
 Μπορεί αρχικά να δούμε ένα περιορισμό της εκλογικής δύναμης των δύο κομμάτων, αλλά δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε. Με εκβιαστικά διλήμματα , επιθέσεις προς μία κατακερματισμένη αντιπολίτευση που θα έχει δημιουργηθεί, συγκυβερνήσεις που θα προωθήσουν αντιδημοκρατικούς εκλογικούς νόμους   τα δύο κόμματα θα παλέψουν με κάθε μέσω να αναπαράγουν το δικομματική παιχνίδι και κατ’ επέκταση τα οικονομικά συμφέροντα που εκπροσωπούν.
 Το καίριο ερώτημα λοιπόν είναι καταρρέει ο συνασπισμός εξουσίας ή απλά επιχειρεί μία αναδιάταξη του; Κατά την γνώμη μου δεν έχουμε μία κατάρρευση αλλά μία αναδιάταξη. Κατά την γνώμη μου η απάντηση είναι αναδιάταξη. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει διαμορφωμένη μια αντιπολιτευτική συμμαχία ικανή να ξεπροβάλει σαν ως νέος συνασπισμός εξουσίας που υπερασπίζεται διαφορετικά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα από αυτά του υπάρχοντα συνασπισμού εξουσίας. Και όταν μιλάω για διαφορετικά συμφέροντα μιλάω για των πυρήνα και όχι ευκαιριακές συμμαχίες και αντιπαλότητες που μπορούν να προκύπτουν στο εσωτερικό του υπάρχοντα συνασπισμού εξουσίας.
 Μπορεί στην εξέλιξη της ιστορίας κανένα ερώτημα να μην είναι ντετερμινιστικά απαντημένο , πρέπει όμως να παραδεχτούμε πως τα κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα  που εξουσίασαν την χώρα από το 74 και μετά , έχουν το προβάδισμά στην αναπαραγωγή και της πολιτικής τους εξουσίας μέσα από το υπάρχον δικομματικό σύστημα ακόμα και με πρόσκαιρες απώλειες.



Γιατί δεύτερη κίτρινη;

 Όταν αποφάσιζα να δημιουργήσω αυτό το blog χρειαζόμουν ένα όνομα αντιπροσωπευτικό για τους λόγους που το δημιουργούσα. Και επειδή με τους τίτλους δεν τα πάω καλά όπως ούτε με τα σημεία στίξης αποφάσισα να οικειοποιηθώ έναν τίτλο αθλητικής ραδιοφωνικής εκπομπής που δεν υπάρχει εδώ και καιρό.
 Δεύτερη κίτρινη λοιπόν γιατί στο ποδόσφαιρο όταν δεχτείς  δεύτερη κίτρινη κάρτα πας στα αποδυτήρια πριν τι λήξη του αγώνα. Τι θα κάνεις τώρα στα αποδυτήρια είναι δικό σου θέμα. Μπορείς να βρίσεις τον διαιτητή, την παράγκα ή να κάτσεις να σκεφτείς πώς και γιατί αποβλήθηκες.
 Κάπώς έτσι και στην πολιτική ζωή αν  οι απόψεις σου δεχτούν δεύτερη κίτρινη από τον πολιτικό χώρο που ανήκεις πας στα αποδυτήρια. Τι θα κάνεις μέχρι το επόμενο παιχνίδι είναι όπως στο ποδόσφαιρο. Μπορείς να γκρινιάξεις , να μιλήσεις για κακόβουλους ή να κάτσεις να μετρήσεις τις απόψεις σου με τον εαυτό σου και την κοινωνία εκτός αγωνιστικού χώρου.
 Για αυτό λοιπόν ‘ Δεύτερη Κίτρινη ’